Jump to content
Shipfriends

Ο μαστρο Μπάμπης Νικολόπουλος και ο Στέλιος Καζαντζίδης.


Recommended Posts

Δέκα χρόνια από το τελευταίο ταξίδι του Στέλιου.

Όλοι μας, ή τουλάχιστον οι περισσότεροι από εμάς, που σαν τις "άδικες κατάρες" με τις φωτογραφικές μας στα χέρια, τριγυρνάμε στα πέριξ των ναυπηγείων της ευρύτερης επισκευαστικής ζώνης του Πειραιά, έχουμε κάποια φορά περάσει και από το καρνάγιο του μαστρο Μπάμπη Νικολόπουλου στην Βλύχα της Ελευσίνας. Όχι και τόσο γνωστό σαν όνομα βέβαια, μιας και βρίσκεται δίπλα στου Σάββα, το όνομα του οποίου χρησιμοποιούμε σχεδόν πάντα όταν θέλουμε να αναφερθούμε στην περιοχή.

Και τι καράβια δεν έχουν περάσει από του μαστρο Μπάμπη... Πόσες φωτογραφίες δεν έχουμε δει εκεί, είτε στην gallery του φόρουμ είτε σε sites του εξωτερικού. Από εκεί φύγανε για το τελευταίο τους ταξίδι τα ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΕΞΠΡΕΣ και ΠΑΝΑΓΙΑ ΧΟΖΟΒΙΩΤΙΣΣΑ, το ΠΑΝΑΓΙΑ ΠΑΡΟΥ όταν πουλήθηκε στο εξωτερικό, εκεί βρισκόταν μέχρι πριν λίγο καιρό το ΑΛΕΞΑΝΔΡΑ Τ, δίπλα στο ΣΤΡΟΦΑΔΕΣ που παραμένει, πριν φύγει για το Aliaga. Για να μην πάμε σε παλαιότερα ακόμη χρόνια, ή στα δεκάδες πλοία της ποντοπόρου που ανα καιρούς έχει φιλοξενήσει.

Ήταν στις 24 του περασμένου Ιούλη, Κυριακή μεσημέρι, που ξαναπέρασα από την περιοχή, λίγες ημέρες πριν την αναχώρηση του ΑΛΕΞΑΝΔΡΑ. Η μεγάλη καγκελόπορτα ήταν ανοιχτή και σκέφτηκα να μπω στον χώρο για να τραβήξω λίγο πιό κοντά την παντόφλα ΜΑΙΡΗ ΙΙΙ που επί πολλά χρόνια βρίσκεται εκεί. Στάθηκα μπροστά στον καταπέλτη του πλοίου και τότε είδα από το βάθος του καρνάγιου να έρχεται προς το μέρος μου ένας άνθρωπος κάπως μεγάλος σε ηλικία, πρόχειρα ντυμένος, με δύο ...τσοπανόσκυλα , ¨γαιδούρια" σε μέγεθος, δίπλα του. Με ρώτησε σε έντονο ύφος τι ήθελα, και όταν του είπα -ευγενέστατα- ότι ήθελα να τραβήξω κάποιες κοντινές φωτογραφίες του πλοίου, με ακόμα πιό έντονο και φανερά ενοχλημένο ύφος μιλώντας στον πληθυντικό, μου έδειξε την έξοδο. Ξεκίνησα να φύγω και ο άνθρωπος -μαζί με τα σκυλιά βέβαια- με συνόδευσε προς την καγκελόπορτα.

Πηγαίνοντας προς τα εκεί του έπιασα την κουβέντα, και με αφορμή ερώτηση μου γιατί βρίσκεται η παντόφλα τόσα χρόνια εκεί, η συζήτηση πέρασε στα ...πολιτικά, στα του Ελληνικού κράτους γενικότερα, με όχι και τόσο είναι η αλήθεια "κομψούς" χαρακτηρισμούς. Είχαμε πιά σταθεί στην καγκελόπορτα για κανένα δεκάλεπτο περίπου, μιλάγαμε ο ένας στον άλλο με τα μικρά μας ονόματα, και είχα μάθει ότι δεν ήταν φύλακας αλλά ο ιδιοκτήτης του καρνάγιου. Ώσπου ο μαστρο Μπάμπης μου ζήτησε συγγνώμη που με είχε τόση ώρα ...όρθιο, και με κάλεσε μέσα για να με κεράσει ένα ποτήρι κρύο νερό τουλάχιστον, όπως μου είπε.

Γυρίσαμε μέσα στον χώρο, και περπατώντας πίσω από τις πρύμες των καραβιών πήγαμε για να πάρει κάτι από το γραφείο του, μία παλιά γέφυρα αλιευτικού, κατάλληλα και πολύ όμορφα διαμορφωμένη στην οποία μάλιστα με προέτρεψε να μπω για να την δω. Δεν καθήσαμε όμως εκεί, αφού με κάλεσε στο σπίτι του, λίγα μέτρα πιό πέρα, και αυτό επίσης μέσα στον χώρο του καρνάγιου. Πήγαμε προς εκεί και αντίκρυσα ένα πολύ όμορφο μικρό "σπίτι" το οποίο είχε κατασκευαστεί με κύρια βάση την γέφυρα ενός άλλου παλιού αλιευτικού, αλλά αρκετά μεγαλύτερη από αυτή που χρησιμοποιούσε ως γραφείο. Ανεβήκαμε την ξύλινη σκάλα, ο Μπάμπης άνοιξε την παλιά βαριά μαονένια πόρτα της γέφυρας από την πλευρά που παλιότερα ήταν η αριστερή βαρδιόλα και μπήκαμε σε ένα καταπληκτικό, πανέμορφο και συνάμα λιτό και λαικό κανονικό σπίτι. Ο χώρος της γέφυρας είχε μετατραπεί σε ένα πολύ όμορφο και "ζεστό" καθιστικό, με την τιμονιέρα στην θέση της, κάδρα στους μπουλμέδες, και ένα πολύ όμορφο τζάκι στην θέση της πόρτας προς την δεξιά βαρδιόλα. Στο πίσω μέρος της γέφυρας όπως μου είπε, ήταν η μικρή κουζίνα και το υπνοδωμάτιο του.

- Καλά βρε Μπάμπη μου, και εδώ μένεις μόνιμα, μέσα στο καρνάγιο ?

-Που να πάω Γιώργο μου, μέσα στις πολυκατοικίες και τα τσιμέντα ? Εδώ βέβαια μένω, μόνιμα όλο τον χρόνο.

Πήγε στην κουζινούλα για να μου φέρει τον καφέ και ένα νερό, και τότε το μάτι μου έπεσε σε πολλές φωτογραφίες που ήταν είτε κολλημένες στον μπουλμέ είτε σε καδράκια, και στις οποίες -σε όλες- απεικονιζόταν ο Στέλιος Καζαντζίδης, μόνος του ή (στις περισσότερες) με παρέα. Στο ράφι πάνω από το τζάκι, δεκάδες cd του Στέλιου, δίπλα σε ένα μικρό στερεοφωνικό. "Εδώ είμαστε" σκέφτηκα, "ομοιοπαθής ο Μπάμπης", και έμεινα να κοιτάω διακριτικά τριγύρω.

Όταν επέστρεψε τον ρώτησα το εμφανές και αυτονόητο βέβαια, αν δηλαδή ήταν από τους "φανατικούς" του Καζαντζίδη, και του είπα βέβαια ότι είμαι και εγώ ένας από αυτούς. Με κοίταξε κάπως περίεργα και με ρώτησε αν είχα παρατηρήσει καλά τις φωτογραφίες. Τις ξανακοίταξα λοιπόν με μεγαλύτερη προσοχή, και παρατήρησα ότι σχεδόν σε όλες δίπλα στον Καζαντζίδη ήταν και ο Μπάμπης.

- Ο Στέλιος Γιώργο μου, ήταν αδελφός μου, ο καλύτερος μου φίλος και γνωριζόμαστε πολλά χρόνια. Ερχότανε εδώ στο καρνάγιο, τα μεσημέρια, τα απογεύματα, τα βραδάκια. Καθόμασταν και πίναμε τα ούζα ή τα τσιπουράκια μας, ανάλογα κάθε φορά τι βρισκότανε, ανάβαμε και τα κάρβουνα και ψήναμε, πότε το χταποδάκι μας, πότε τις σαρδελίτσες, πότε κανένα πιό μεγάλο που έπαιρνε ο Στέλιος από τις τράτες στην Ελευσίνα. Περνούσαμε όμορφα, και η παρέα σιγά - σιγά με την ώρα μεγάλωνε. Του άρεσε του Στέλιου η μυρωδιά του καρνάγιου, χάζευε τα πλοία που ανα καιρούς είχα δεμένα, και έπιανε κουβέντα με τους ναυτικούς. Τον χειμώνα πάλι, καθόμασταν εδώ μέσα δίπλα στο τζάκι, να η πολυθρόνα που κάθεσαι τώρα εσύ ήταν η αγαπημένη του μάλιστα θέση. Φτιάχναμε τότε τίποτα στο κουζινάκι, ή πριν έρθει ο Στέλιος, τις περισσότερες φορές απροειδοποίητα, πέρναγε από καμμιά ταβέρνα και έφερνε μεζέδες τυλιγμένους στην λαδόκολα. Και εκείνα τα χρόνια φίλε Γιώργο, πίστεψε με, δεν είχα ούτε έναν δίσκο, ούτε μιά κασσέτα του. Τι να τα κάνω, αφού είχα τον φίλο μου, και μου τραγούδαγε εδώ, να εδώ δίπλα στ' αυτί μου...... Κάτσε, να σου φέρω να δεις και το τελευταίο δώρο που μου είχε φέρει πριν "φύγει".

Σηκώθηκε και πήγε στο πίσω μέρος, στο υπνοδωμάτιο, και εγώ είχα απομείνει να σκέφτομαι αν όλα αυτά πράγματι τα ζούσα. Γύρισε μετά από λίγα λεπτά, και μου έδειξε με απίστευτη χαρά και καμάρι το δώρο του φίλου του. Ήταν ένας δερμάτινος σκούφος, αχρησιμοποίητος, ολοκαίνουργιος, με δύο πλαινά που κατέβαιναν για να καλύπτουν τα αυτιά. Ολόιδιος με αυτούς που ο Καζαντζίδης φόραγε τα τελευταία χρόνια της ζωής του, και τον είχαμε δει και σε πολλές φωτογραφίες. Μου είπε πολλά ακόμα ο Μπάμπης για τον φίλο του, πράγματα που δεν είχαν βγει ποτέ στην δημοσιότητα, άγνωστες πτυχές της ιδιωτικής του ζωής, ακόμα και -σε δική μου απορία που του εξέφρασα- τους λόγους για τους οποίους ο μεγάλος καλλιτέχνης δεν έκανε ποτέ τουλάχιστον μία μεγάλη συναυλία, γεμίζοντας αναμφισβήτητα δύο και τρεις φορές το Ολυμπιακό στάδιο, και της οποίας τα έσοδα θα πηγαίναν αποκλειστικά σε φιλανθρωπικούς σκοπούς.

- Ωραία ρε φίλε, να τις κάνω τις συναυλίες, μου έλεγε φίλε Γιώργο. Και να φωνάξω και παπάδες να κάθονται στην είσοδο να κόβουν τα εισιτήρια για να μην μπορέσει να πει κανένας ............. ότι τις έκανα για να κερδίσω έστω και φράγκο. Αλλά γιατί ρε Μπάμπη, για να πάρουν το 90% οι κερατάδες της εφορίας, και οι εβραίοι οι πολιτικοί ? Γιατί τόσα θα πάρουν, και ο Καζαντζίδης θα έχει τραγουδήσει για το τίποτα, και στο φινάλε θα έχω κοροιδέψει και τον κόσμο που πλήρωσε το εισιτήριο για να με δει.

- Στα τελευταία του, φίλε μου Γιώργο, δεν μπορούσε να έρθει πιά στο καρνάγιο, και πήγαινα εγώ και τον έβλεπα στην Ελευσίνα, στο σπίτι του φίλου του, του ................. Κι αν θες να μάθεις, το τελευταίο του τσίπουρο, μαζί μου το ήπιε. Είχα πάει να τον δω, κανά δυό μήνες πριν το τέλος. Ήταν χάλια πια, πολύ πεσμένος, και μελαγχολικός. - Ε ρε φίλε, του είπα. Τι θα γίνει, θα το βάλουμε κάτω ? Και φώναξα και μας έφερε η κυρά Βάσω από ένα τσίπουρο και ήπιαμε. Δεν τον ξαναείδα από τότε. Δεν μπορούσα...............

....................................................................................................................................................

- Φεύγω Μπάμπη, άργησα, μας πήρε η ώρα και δεν το καταλάβαμε. Θα ξανάρθω όμως, και αυτή την φορά χωρίς άδεια χέρια. Κάτι θα κρατώ, μα ένα μπουκάλι τσίπουρο από την πατρίδα της γυναίκας, μα ένα άλλο πεσκέσι. Σε ευχαριστώ για όλα, για την κουβεντούλα και το άνοιγμα της καρδιάς σου. Είσαι, και να το ξέρεις, ένας σπουδαίος άνθρωπος.

- Να ξανάρθεις φίλε μου. Όποτε θέλεις. Δεκτό το τσίπουρο, αλλά μέχρι εκεί. Να ξανάρθεις, και θα βάλω κάρβουνα να ψήσουμε κανένα θαλασσινό, να αράξουμε, και εσύ να χαζεύεις τα καράβια που τόσο σ' αρέσουνε.

Link to comment
Share on other sites

Ως μουσικός,εκτιμώ πάρα πολύ την προσφορά τού Στέλιου Καζαντζίδη στο ελληνικό λαϊκό τραγούδι.Ηταν από τους τραγουδιστές που βιώνουν αυτό που τραγουδάνε,παίρνουν το όποιο τραγούδι τους δίνει ο συνθέτης και το κάνουν αριστούργημα.Αφησε πίσω του σπουδαίες ερμηνείες,σημάδεψε μ'αυτές μιά ολόκληρη εποχή.

Ως Ελληνας Εβραίος όμως,δέν τού έχω συγχωρήσει ποτέ το αδικαιολόγητο μίσος που είχε γιά τον λαό αυτό και που είχε εκδηλωθεί και σε άλλες περιπτώσεις.Ακόμα και τώρα που διάβασα αυτήν την πρόταση "για να πάρουν το 90% οι κερατάδες της εφορίας, και οι εβραίοι οι πολιτικοί" ένιωσα πάρα πολύ μεγάλη θλίψη,κι'ακόμα περισσότερο επειδή αυτή η φράση (όπως και οι άλλες παρόμοιες) ειπώθηκε από έναν καλλιτέχνη,δηλαδή έναν άνθρωπο που κανονικά δέν θα έπρεπε να έχη μίσος γιά κανέναν συνάνθρωπό του......

Link to comment
Share on other sites

Create an account or sign in to comment

You need to be a member in order to leave a comment

Create an account

Sign up for a new account in our community. It's easy!

Register a new account

Sign in

Already have an account? Sign in here.

Sign In Now
×
×
  • Create New...